"Κι όταν γυρεύεις το θαύμα πρέπει να σπείρεις το αίμα σου στις οκτώ γωνίες των ανέμων...Γιατί το θαύμα δεν είναι πουθενά παρά κυκλοφορεί μέσα στις φλέβες του ανθρώπου"

Γέωργιος Σεφέρης

Η Γενοκτονία των Ποντίων στην προσφυγιά του χθες και του σήμερα



Και άροντες επ ώμων μαζί με τον Σταυρόν του μαρτυρίου τα ποντιακά λάβαρα και αποκομίσαντες μεθ’ ημών όλον τον πλούτον των αναμνήσεων εις δράμα , εις τραγωδίαν, εις έπος και εις μεμουσωμένην λύραν, εφθάσαμεν εις την κοινήν των Πανελλήνων Μητέρα- την Ελλάδα με την σταθερ’αν απόφασιν, όπως συμβάλωμεν εις την ανοικοδόμησιν των τειχών.
  
Το απόσπασμα αυτό είναι από ένα άρθρο που έγραψε πριν από πολλά χρόνια ο Λεωνίδας Ιασωνίδης, ένας γνήσιος εκφραστής της ποντιακής ψυχής.




 "Αξιωθείς να γεννηθώ Έλλην, ευλογώ τον Θεόν ότι είμαι Πόντιος", Λεωνίδας Ιασωνίδης

Η ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού είναι γεμάτη τραγικότητα μα και μεγαλοσύνη, εφιάλτες μα και όνειρα, ψυχία προσφερόμενης βοήθειας μα και άπειρες ανεκπλήρωτες υποσχέσεις.
Εκατό και πλέον χρόνια πέρασαν από τον ξεριζωμό από τις πατρογονικές εστίες του Εύανδρου Πόντου, εκατό και πλέον χρόνια πέρασαν από τότε που ξεκίνησε η Οδύσσεια της επιστροφής στη Μητέρα-πατρίδα-Ελλάδα.

«Ετούτα ρίζωσαν μες το μυαλό μου και δεν αλλάζουν
Ετούτα φύτεψαν εικόνες ίδιες με τα δέντρα εκείνα
Που ρίχνουν τα κλωνάρια τους μες τα παρθένα δάση
Κι αυτά καρφώνουνται στο χώμα 
και ξαναφυτρώνουν δρασκελώντας λεύγες και λέυγες
Ένα παρθένο δάσος σκοτωμένων φίλων στο μυαλό μας…»

Έτσι καθώς χάνονταν στη διάρκεια της μεγάλης πορείας έπεφτε στο χώμα και ρίζωνε και ξανακάρπιζε η ράτσα των Ποντίων σε πείσμα των καιρών και των μεγάλων.

Το Ποντιακό ζήτημα ξεκινά μετά τον Αύγουστο του 1914.


Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι έστρεψαν το Οθωμανικό κράτος εναντίον των Ελληνοπόντιων. Μόλις άρχισε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος η Τουρκία κηρύσσει γενική επιστράτευση μουσουλμάνων και αλλόθρησκων.
Στο Ρωσοτουρκικό πόλεμο που ακολουθεί 1916-1918 οι επιστρατευμένοι Ελληνοπόντιοι αφοπλίζονται και στέλνονται στα τάγματα εργασίας και εξόντωσης.
Οι πιο πολλοί λιποτακτούν, βγαίνουν στα βουνά κρύβονται και οργανώνονται.
Οι Μόγγολοι με το πρόσχημα της αναζήτησης των λιποτακτών εισβάλλουν σε σπίτια, κλέβουν, καταστρέφουν, ατιμάζουν και δολοφονούν αθώους.
Η απάντηση των Ποντίων ήταν γενναία. Οργάνωσαν αντάρτικα σώματα δίχως τη στήριξη της Ελλάδας και των μεγάλων δυνάμεων.
Ο Δυτικός Πόντος οργανώθηκε πρώτος. Το όνομα του Αντών-Πασά στην Πάφρα, του Πόντιου Κολοκοτρώνη γίνεται το φόβητρο των δυναστών.
Ο Δημήτριος Χαραλαμπίδης με το ψευδώνυμο Ευκλείδης γίνεται το σύμβολο της ανεξαρτησίας.
Οι Οσμανλήδες σφάζουν αμάχους, απαγχονίζουν δασκάλους, βεβηλώνουν προσκυνητάρια. 

Από το 1914-1923 353.000 Έλληνες του Πόντου σκοτώθηκαν ή εξαφανίσθηκαν από το πρόσωπο της γης ως θύματα είτε των ταγμάτων εργασίας, είτε του αντάρτικου, είτε των εξοντωτικών εξοριών, είτε των σφαγών, είτε των επιδημιών και των διαφόρων άλλων δεινοπαθημάτων.
Αυτές οι αδούλωτες ψυχές παζαρεύονται  στα διπλωματικά σαλόνια και δυστυχώς προδίδονται.



Και το όνειρο έσβησε, ατελείωτη στρατιά προδομένων άφηνε τις αλησμόνητες πατρίδες και κουβαλούσε μαζί της τραγούδια, βυζαντινούς θρήνους για την πτώση της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας, δισκοπότηρα, ευαγγέλιαΌσα δε μπόρεσαν να κουβαλήσουν τα έθαψαν στα άγια χώματα και παρακάλεσαν την Παναγία Σουμελά να τα φυλάει.

Τον Μάρτιο του 1924 άρχισε η ανταλλαγή των πληθυσμών.



Από τους μακρινούς τόπους της εξορίας στα βάθη της Ανατολής, από τις ερημιές και τις σπηλιές, από τα τάγματα εργασίας και τις φυλακές, από τα βουνά και τα δάση, τα αποδεκατισμένα υπολείμματα του Ρωμαίικου πληθυσμού του Πόντου πήραν την στράτα για τα μεγάλα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας, για να μπουν στο πρώτο καράβι που θα έφευγε για Ελλάδα.

Τα Ελληνικά καράβια έφευγαν καταφορτωμένα με τα καταστρώματα γεμάτα γυναικόπαιδα και άντρες. Μια οδυνηρή οδύσσεια ήταν το ταξίδι προς την Ελλάδα. Η πείνα, η δίψα, η ξαγρύπνια, η ψείρα, η αρρώστια προσπαθούσαν να εξοντώσουν όσους γλίτωσαν από την κατάρα των Τούρκων. Όσους πέθαιναν τους έριχναν στη θάλασσα. Πολλούς πρόσφυγες που έφταναν στην Ελλάδα τους έκλειναν κατευθείαν σε καραντίνες στη Μακρόνησο, στον Άγιο Γεώργιο, στον Πειραιά, στο Καραπουρνού στην Πάτρα, στην Κόρινθο, στην Πρέβεζα, στη Χαλκίδα κλπ. Χιλιάδες προσφυγόκοσμος δοκίμασε το μαρτύριο του λοιμοκαθαρτηρίου, με το κόψιμο μαλλιών, την πείνα, τη δίψα, τις επιδημίες και το θάνατο.
Εκατοντάδες πρόσφυγες πέθαιναν κάθε βδομάδα.

Οι απόγονοι των Ακριτών όμως έστεκαν περήφανοι και ακατάβλητοι όχι μόνο  γιατί δεν φοβόντουσαν το θάνατο, αλλά γιατί πιο πολύ στη ζυγαριά της ψυχής τους βάραινε η ζωή.

Τελικά οι Πόντιοι που κατάφεραν να έλθουν στην Πατρίδα ζωντανοί ήταν γύρω στις 400.000Μερικές χιλιάδες παρέμειναν στον Καύκασο και τη Νότια Ρωσία, για να προέλθουν από αυτούς τα προσφυγικά κύματα των τελευταίων ετών.

Για τους πρόσφυγες άρχισε γρήγορα ο σκληρός και τραχύς αγώνας της επιβίωσης στη μητέρα Ελλάδα. Έστησαν παραπήγματα, εκχέρσωσαν εκτάσεις, θέρισαν, ζύμωσαν και πάλι οι Πόντιες νοικοκυρές το αλεύρι το ευλογημένο της πρώτης σοδειάς, ο αέρας γέμισε και πάλι από μοσχοβολιά νιοξεφούρνιστου ψωμιού, μοσχοβολιά ζωής, συνέχειας…

Οι Πόντιοι αιμάτωσαν τον αναιμικό Εθνικό κορμό και τον μπόλιασαν με ικμάδα ζωής και δημιουργίας, θωράκισαν Εθνικά-Πολιτισμικά-Κοινωνικά την μητρόπολη Ελλάδα.
Πάλεψαν από οποιοδήποτε μετερίζι, πρόσφεραν ακόμη και εαυτούς όταν οι καιροί πρόσταξαν, όταν η πατρίδα το ζήτησε.
Πρώτοι στους Εθνικούς Αγώνες και στο έπος του 1940-1941. Πρώτοι και στους κοινωνικούς αγώνες για δημοκρατία, κοινωνική δικαιοσύνη και ισότητα.Έχτισαν σπίτια, εκκλησίες, σχολεία, ημέρεψαν και ομόρφυναν τα άγρια και άγονα τοπία.


Παραδείγματα αντοχής, ευψυχίας, αγωνιστικότητας, πείσματος, προκοπής, πρωτοπόροι στην ειρηνική άμιλλα, αλλά  ταυτόχρονα και φανατικοί πολέμιοι της αδικίας.
Τα τεράστια, δυσεπίλυτα προβλήματα της προσφυγιάς δεν τους λύγισαν, τα αντιμετώπισαν με λεβεντιά όπως ταίριαζε άλλωστε σε απογόνους Ακριτών, εργαζόμενοι σκληρά, πεισματάρικα αποτίναξαν την τέφρα της φτώχειας και της δυστυχίας από πάνω τους.

Οι Πόντιοι φίλοι των γραμμάτων και της προόδου γρήγορα βελτίωσαν τη θέση τους και έσπασαν το φράγμα της οικονομικής δυσπραγίας.
Μόλις όμως επουλώθηκαν τα τραύματα από την πρώτη προσφυγιά καινούριοι τραυματοποιοί παρουσιάστηκαν, νέα τραύματα προστέθηκαν στον Ποντιακό κορμό από τη δεύτερη προσφυγιά των Ελληνοπόντιων αδερφών μας, που είχαν βρει καταφύγιο στις χώρες τις Πρώην Σοβιετικής Ένωσης.

Η αλλαγή πολιτικού και εθνικού σκηνικού στις χώρες αυτές και η αναζωπύρωση των Εθνικών διεκδικήσεων των μειονοτήτων δημιούργησε ένα σκηνικό ανασφάλειας και εχθρότητας που ώθησε και πάλι τους Πόντιους στον ξεριζωμό.
Πολλές χιλιάδες Ελληνοπόντιων ήρθαν στην Ελλάδα, από αυτούς οι περισσότεροι ζουν κάτω από συνθήκες λιγότερο δραματικές σε σχέση με τους πρόσφυγες του 1922.
Το γκρίζο παρόν δε συγκρίνεται με το μαύρο παρελθόν .

Ο Πόντιος πολλές φορές γνωρίζει ότι η μοίρα θα τον συντρίψει και ο αγώνας που αναλαμβάνει είναι προκαταβολικά χαμένος, πολλές φορές γνωρίζει ότι δε θα ξεφύγει από τους σκοτεινούς σκόπελους, από όπου θα περάσει η Οδυσσειακή του σχεδία, αλλά ωστόσο συνεχίζει τον αγώνα προσπαθώντας να κυριαρχήσει πάνω στη δραματική του μοίρα.
Μια μοίρα που θυμίζει τη μοίρα των Δαναΐδων, που ποτέ δε μπόρεσαν να αποτελειώσουν το φοβερό τους μόχθο. Ο μόχθος αυτός ήταν το διαβατήριό τους για την αιωνιότητα, γιατί έγιναν σύμβολα.

Και τα κορμιά μας σαν τσακισμένα κλαδιά
Και σαν ξεριζωμένες ρίζες…
Στριφογυρίζοντας μέσα σε σπασμένες πέτρες,
Τρεις ή έξι χιλιάδες χρόνια ψάχνοντας σε οικοδομές γκρεμισμένες που
Θα ήταν ίσως το δικό μας σπίτι,
Προσπαθώντας να θυμηθούμε χρονολογίες και ηρωικές πράξεις
Θα μπορέσουμε;
Λέει ο Μικρασιάτης ποιητής μας Σεφέρης

Στις 24/2/94 το Ελληνικό Κοινοβούλιο αναγνώρισε την γενοκτονία των Ποντίων. Ας ελπίζουμε ότι σύντομα και τα προβλήματα των Ελληνοπόντιων θα έχουν ευνοϊκή έκβαση. Ας ελπίσουμε ότι θα διδάσκεται στα σχολεία η Οδύσσεια του Ποντιακού Ελληνισμού για να μάθουμε επιτέλους όλοι πως οι Πόντιοι κράτησαν άσβεστο το πανάρχαιο λυχνάρι της Ελληνικής φυλής, θησαυρίζοντάς το με το λάδι των Ποντιακών Αγώνων, για να μάθουμε πως διατήρησαν τα ήθη, τα έθιμα, τις παραδόσεις, τις λαμπερές αυτές ψηφίδες που μας βοηθούν να αναστήσουμε την τοιχογραφία που αναπαριστά την ιστορία της πολύπαθης ράτσας μας, για να μάθουμε πως οι Πόντιοι είχαν στο αίμα τους μια βοή θυσίας, για να μάθουμε πως το θαύμα αυτό δεν είναι πουθενά παρά κυκλοφορεί στις φλέβες των ανθρώπων.


Συμπατριώτισσες και συμπατριώτες, φίλες και φίλοι οι λέξεις είναι πολύ σκληρό υλικό, παραμορφώνει και στενεύει τη ροή της σκέψης, της χαράς, της απελπισίας, της συγκίνησης, συγχωρέστε με αν δεν κατάφερα να εκφράσω το πολύπλοκο και ενιαίο χτυποκάρδι της φυλής μας. Ας αφήσουμε σαν ελάχιστο φόρο τιμής σ’αυτούς που χαθήκαν τη σκέψη μας να φτερουγίσει λεύτερη σ’αλλοτινούς καιρούς και να κάνει ένα βαθύ μακροβούτι στις αναμνήσεις, συγκινήσεις, λαχτάρες, θυσίες και μνήμες της απροσκύνητης ράτσας μας, μιας ράτσας που συνήθισε να ν’αναμετρά το δρόμο της με τ’άστρα.

Θα ήθελα να κλείσω με τα λόγια του Σεφέρη

Είναι βαρύ και δύσκολο, δε μου φτάνουν οι ζωντανοί
Πρώτα γιατί δε μιλούν και ύστερα
Γιατί πρέπει να ρωτήσω τους νεκρούς
Για να μπορέσω να προχωρήσω παρακάτω.
Εμείς υποσχόμαστε πως θα ρωτήσουμε τους νεκρούς μας και μετά θα προχωρήσουμε.-

Δημοσίευση σχολίου

  © Blogger template The Professional Template II by Ourblogtemplates.com 2009

Back to TOP